Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει τη διαμόρφωση μιας κοινής αμυντικής πολιτικής, ενθαρρύνοντας τα κράτη-μέλη να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες, με σκοπό την ενίσχυση της επιχειρησιακής ικανότητας και της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης στην υπεράσπιση των συνόρων της.
Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή προσκρούει σε ένα θεμελιώδες πρόβλημα: την απουσία κοινής αντίληψης αναφορικά με το ποια είναι η πραγματική απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Με άλλα λόγια, τα κράτη-μέλη δεν συμμερίζονται έναν ενιαίο προσδιορισμό των πηγών κινδύνου που θα δικαιολογούσαν τη χάραξη κοινής αμυντικής στρατηγικής.
Οι χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Γερμανία, αντιλαμβάνονται τη Ρωσία ως τον κύριο στρατηγικό αντίπαλο και κίνδυνο για την ευρωπαϊκή σταθερότητα. Αντιθέτως, τα κράτη του ευρωπαϊκού Νότου δεν συμμερίζονται αυτή την εκτίμηση. Η Ελλάδα, για παράδειγμα, δεν θεωρεί τη Ρωσία απειλή για την εθνική της ασφάλεια· αντίθετα, αντιμετωπίζει ως κύρια πηγή ανησυχίας την Τουρκία, η οποία υιοθετεί μια αναθεωρητική εξωτερική πολιτική και προβαίνει σε ρητορικές και πρακτικές που συνιστούν άμεση απειλή, ακόμη και με το ενδεχόμενο πολεμικής αναμέτρησης.
Υπό αυτές τις συνθήκες, καθίσταται εξαιρετικά δύσκολο να λειτουργήσει αποτελεσματικά μια ενιαία ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική, όταν τα κράτη-μέλη δεν συμμερίζονται κοινή εκτίμηση κινδύνου και όταν οι αντιλήψεις περί απειλής διαφοροποιούνται σημαντικά ανάλογα με τη γεωπολιτική θέση και τα εθνικά συμφέροντα κάθε χώρας.
Γιάννης Κεφαλάς
✍️ **Αρθρογράφος & Αναλυτής σε θέματα Δημόσιας Οικονομίας και Διοίκησης**
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου