Στον δημόσιο διάλογο για την κατάσταση του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), γίνεται συχνά λόγος για την έλλειψη ιατρικού προσωπικού. Ωστόσο, το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο και πολυδιάστατο. Δεν αφορά μόνο τον αριθμό των γιατρών, αλλά κυρίως την ανισορροπία μεταξύ ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, καθώς και τις συνθήκες εργασίας που επικρατούν στα δημόσια νοσοκομεία.
Η Ελλάδα καταγράφει την χειρότερη αναλογία γιατρών προς νοσηλευτές στην Ευρώπη, με περίπου 1 ιατρό ανά 1 νοσηλευτή. Η λειτουργικά αποδεκτή και διεθνώς προτεινόμενη αναλογία είναι 1 ιατρός προς 3 νοσηλευτές. Αυτό σημαίνει ότι, ενώ το ΕΣΥ διαθέτει σχετικά επαρκή αριθμό γιατρών, υπάρχει τεράστια υποστελέχωση σε νοσηλευτές, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της λειτουργίας κάθε νοσοκομείου.
Αυτή η ανισορροπία έχει ως αποτέλεσμα να επιβαρύνονται υπερβολικά οι λίγοι νοσηλευτές που υπηρετούν. Εργάζονται συχνά με εξαντλητικά ωράρια, αναγκάζονται να καλύπτουν ελλείψεις με συνεχείς υπερωρίες και να αναλαμβάνουν ευθύνες πέρα από τις αρμοδιότητές τους. Το αποτέλεσμα είναι η ψυχική και σωματική εξουθένωση.
Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το φαινόμενο της παραίτησης νεαρών νοσηλευτών λίγο μετά τον διορισμό τους. Πολλοί, μετά από λίγους μήνες υπηρεσίας, επιλέγουν να αποχωρήσουν λόγω των εξαιρετικά δύσκολων συνθηκών εργασίας, της έλλειψης προσωπικού, του στρες και των χαμηλών απολαβών.
Πολλοί εξ αυτών στρέφονται προς τον ιδιωτικό τομέα ή αναζητούν εργασία στο εξωτερικό, όπου οι συνθήκες είναι πολύ καλύτερες και οι απολαβές σημαντικά υψηλότερες.
Η κατάσταση αυτή δεν είναι τυχαία.
Είναι αποτέλεσμα χρόνιων πολιτικών επιλογών υποχρηματοδότησης της δημόσιας υγείας και αδυναμίας στρατηγικού σχεδιασμού. Το ΕΣΥ στηρίζεται σε ένα παρωχημένο μοντέλο λειτουργίας, που δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας.
Η έλλειψη νοσηλευτών οδηγεί σε καθυστέρηση παροχής φροντίδας, μειωμένη ποιότητα υπηρεσιών, και τελικά σε αυξημένο κίνδυνο για την ασφάλεια των ασθενών.
Για να υπάρξει πραγματική αναβάθμιση του ΕΣΥ, χρειάζονται γενναίες παρεμβάσεις σε πολλαπλά επίπεδα:
-
Βελτίωση αμοιβών: Οι αποδοχές των νοσηλευτών πρέπει να αυξηθούν ουσιαστικά, ώστε να αντανακλούν τη βαρύτητα και την ευθύνη του έργου τους.
-
Αναβάθμιση συνθηκών εργασίας: Περισσότερο προσωπικό, δίκαιες βάρδιες, καλύτερη υλικοτεχνική υποδομή και μέτρα στήριξης της επαγγελματικής εξουθένωσης (burnout).
-
Επαγγελματική εξέλιξη και επιμόρφωση: Κίνητρα για συνεχή εκπαίδευση, μεταπτυχιακές σπουδές και αναγνώριση εξειδικεύσεων.
-
Καλύτερη οργάνωση: Επανασχεδιασμός του τρόπου κατανομής προσωπικού, ώστε να εξασφαλίζεται η λειτουργική αναλογία ιατρών-νοσηλευτών.
-
Κίνητρα παραμονής στο ΕΣΥ: Ενίσχυση με bonus παραμονής, στεγαστικά ή φορολογικά κίνητρα, ιδιαίτερα για νοσηλευτές σε νησιά και παραμεθόριες περιοχές.
Το πρόβλημα του ΕΣΥ δεν είναι απλώς αριθμητικό – είναι δομικό και λειτουργικό. Χωρίς νοσηλευτές, κανένα νοσοκομείο δεν μπορεί να σταθεί. Αν δεν υπάρξει άμεση παρέμβαση για την ενίσχυση και στήριξή τους, το δημόσιο σύστημα υγείας θα συνεχίσει να φθίνει, εις βάρος των πολιτών και των ίδιων των επαγγελματιών υγείας.
Γιάννης Κεφαλάς
✍️ **Αρθρογράφος & Αναλυτής σε θέματα Δημόσιας Οικονομίας και Διοίκησης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου