Η ενέργεια αποτελεί το οξυγόνο της ελληνικής οικονομίας. Η ενέργεια με την κύρια χρήση της ως εισροή στην παραγωγή συμμετέχει σχεδόν στο σύνολο των αγαθών που παράγονται. Συμβάλει έτσι στην οικονομία με την προστιθέμενη αξία αλλά και τις θέσεις εργασίας που δημιουργεί.
Το ενεργειακό κόστος έχει
τόσος σημαντική επίδραση στο ΑΕΠ που μια μικρή μεταβολή του θετική ή αρνητική
ενισχύει ή μειώνει πολλαπλάσια το ΑΕΠ.
Η χώρα μας από το παρελθόν
μέχρι σήμερα έχει υψηλή ενεργειακή εξάρτηση στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο
από τις εισαγωγές μέσω ξένων κρατών.
Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική
οικονομία είναι εύθραυστη σε κάθε παγκόσμια γεωπολιτική ή οικονομική κρίση που
θα αυξήσει το κόστος εισαγωγής ενέργειας.
Είναι ζωτική ανάγκη για την
οικονομία να ακολουθήσει μια μετάβαση από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα σε άλλες
μορφές ενέργειας πιο βιώσιμες, λιγότερο ρυπογόνες και εγχώρια παραγόμενες.
Επιπλέον υπάρχει η δέσμευση έως το 2050 η χώρα να είναι «κλιματικά ουδέτερη»,
σύμφωνα με τους στόχους και τις αποφάσεις της ΕΕ (μείωση εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου).
Η απεξάρτηση αυτή θα μπορέσει
να λάβει χώρα μόνο μέσα από τον δρόμο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).
Ο πρώτος τομέας είναι η
ηλεκτρική ενέργεια. Το μερίδιο του λιγνίτη που αποτελεί το κυριότερο καύσιμο
στο μίγμα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας έχει υποχωρήσει σημαντικά καθώς μεγάλο
μέρος καλύπτεται από φυσικό αέριο και ΑΠΕ (ηλιακή, αιολική).
Υπάρχει εθνικό σχέδιο το οποίο
προβλέπει στην μετάβαση και διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό σύστημα.
Είναι ένα εγχείρημα που προϋποθέτει
οικονομικά, ρυθμιστικά και τεχνικά μέσα καθώς και πολλά μέτρα πολιτικής. Η
χρηματοδότηση δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων στις ΑΠΕ θα είναι πολύ
σημαντική και υπόσχονται μια αλλαγή στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας και της
ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Τα κείμενα αποτελούν προσωπικές σκέψεις και προτάσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου